Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

Το μετέωρο βήμα των ελληνικών τραπεζών


Μετέωρο βήμα θα κάνουν οι τραπεζίτες τη νέα χρονιά. Από τη μία πλευρά βρίσκονται αντιμέτωποι με το μεγάλο «Ναι» για τη δημιουργία ισχυρότερων σχημάτων, ενώ από την άλλη οι αντοχές των τραπεζών φτάνουν στα όριά τους. Οι πιέσεις που δέχονται οι διοικήσεις για να προχωρήσουν σε συγχωνεύσεις είναι ισχυρές και προέρχονται πλέον και από την τρόικα.
Το 2011 όλοι οι βασικοί δείκτες της οικονομίας προβλέπεται να επιδεινωθούν. Υπ’ αυτές τις συνθήκες μεγαλύτερα τραπεζικά σχήματα μπορούν να αντεπεξέλθουν καλύτερα. Όμως τα προκαλούμενα προβλήματα λειτουργούν ταυτοχρόνως ως τροχοπέδη στη δημιουργία με- γάλων τραπεζών.


Το χρέος που θα πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν την επόμενη χρονιά οι μεγαλύτεροι τραπεζικοί όμιλοι μπορεί να μην συναγωνίζεται εκείνο του Δημοσίου, τους αφαιρεί όμως σχεδόν την μισή από τη ρευστότητα των 20 δισ. ευρώ που θα διαθέσει το κράτος. Το 2011 λήγουν ομόλογα αξίας περίπου 11,5 δισ. ευρώ που έχουν εκδώσει οι τράπεζες για να καλύψουν τις ανάγκες τους σε ρευστότητα.

Η Eurobank έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη. Θα πρέπει να αναχρηματοδοτήσει ομόλογα ύψους 6,3 δισ. ευρώ, έπονται δε η Marfin με 2 δισ. ευρώ, οι Πειραιώς και Alpha Bank με 1,2 δισ. ευρώ καθεμία, ενώ η Εθνική αντιμετωπίζει τις λιγότερες λήξεις οι οποίες υπολογίζονται σε 750 εκατ. ευρώ. Τούτο πρακτικά σημαίνει ότι το χρέος των τραπεζών αυτών θα απορροφήσει το 58% του πακέτου εγγυήσεων που αποφάσισε να διαθέσει το Δημόσιο για την ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία.

Έντονος προβληματισμός

Η αναγκαιότητα αυτή ψαλιδίζει ακόμη περισσότερο τα δάνεια που θα έχουν την ευχέρεια να χορηγήσουν οι τράπεζες την επόμενη χρονιά, αν μάλιστα συνυπολογιστεί η εκροή των καταθέσεων. Ήδη οι καταθέσεις έχουν μειωθεί εντός του 2010 κατά περίπου 27 δισ. ευρώ, ενώ τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι το 2011 άλλα περίπου 20 δισ. ευρώ θα λάβουν την άγουσα είτε προς το εξωτερικό είτε προς την κατανάλωση. Συνακόλουθα η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, παρά το άνοιγμα κάποιων γραμμών χρηματοδότησης, θα παραμείνει στο κόκκινο. Το ερώτημα που προκύπτει είναι για πόσο ακόμη το κενό αυτό στη ρευστότητα θα συνεχίσει να το καλύπτει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία ήδη έχει δανείσει τις ελληνικές τράπεζες με 95 δισ. ευρώ.

Τα δεδομένα αυτά εκ πρώτης όψεως δεν δημιουργούν εύφορο έδαφος για την ανάπτυξη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών από την πλευρά των τραπεζιτών. Όμως μερικές φορές οι αποφάσεις για τις τραπεζικές συνενώσεις είναι πιο εύκολο να ληφθούν σε καθεστώς εκτάκτου ανάγκης παρά σε περιόδους ομαλότητας. Τούτο φανερώνει άλλωστε η πρόσφατη εμπειρία. Στις ΗΠΑ, οι περισσότερες «αναγκαστικές» συγχωνεύσεις και εξαγορές έγιναν ευθύς μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers. Βέβαια κάθε αγορά χαρακτηρίζεται από ορισμένες ιδιαιτερότητες, όμως δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι και στην Ελλάδα η σωτηρία των τραπεζών θα προέλθει από την ένωσή τους.

Στρατηγικοί σύμμαχοι και λευκοί ιππότες από το εξωτερικό είναι μάλλον απίθανο να εμφανιστούν. Και η πρόσφατη φημολογία για τις επαφές του υπουργού Επικρατείας Χ. Παμπούκη στη Νέα Υόρκη με κορυφαία στελέχη της Citibank προκειμένου η αμερικανική τράπεζα να εξαγοράσει μερίδιο της Εθνικής, έχουν μάλλον να κάνουν με την προσωπική του προβολή. Είναι σαφές ότι στην παρούσα φάση οι ξένοι προσπαθούν με κάθε μέσο να περιορίσουν την έκθεσή τους στην ελληνική αγορά (άλλωστε η ίδια η Citibank έκλεισε τα μισά υποκαταστήματά της). Επομένως είναι μάλλον απίθανο μέχρι να ξεκαθαρίσει ο ορίζοντας ως προς το τι θα γίνει με το Δημόσιο Χρέος της Ελλάδας, να εμφανιστεί στο προσκήνιο τραπεζικό «προξενιό» από το εξωτερικό.

Αναπόφευκτα το βάρος όσον αφορά την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος πέφτει για μία ακόμη φορά στους ώμους των βασικών παικτών. Η Εθνική Τράπεζα εμφανίζεται ως η ισχυρότερη κεφαλαιακά, κάτι που της δίνει τη δυνατότητα να κάνει επεκτατικές κινήσεις. Ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΤΕ Απ. Ταμβακάκης και ο πρόεδρός της Βασίλης Ράπανος έχουν ταχθεί υπέρ συναινετικών λύσεων, υποστηρίζοντας ότι μόνο έτσι μπορούν να προκύψουν συνέργιες μετά από μία συγχώνευση. Παρ’ όλο που επισήμως δεν επιβεβαιώνεται, η Εθνική διερευνά το πεδίο προς την πλευρά τόσο της Alpha Bank όσο και της Eurobank.

Η περίφημη προσέγγιση Κωστόπουλου - Λάτση μάλλον δεν προχώρησε, καθώς το εγχείρημα προϋπέθετε την εξόφληση των προνομιούχων μετοχών που έχουν λάβει οι δύο τράπεζες από το Δημόσιο, οι οποίες υπερβαίνουν τα 2 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση στο παιχνίδι των εξαγορών μετά την απαίτηση της τρόικας ρίχνει το Τ.T. και την Τράπεζα Αττικής, ενώ η δημιουργία κρατικού τραπεζικού πυλώνα παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου