Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2010

Λίγοι οι κερδισμένοι, πολλοί οι χαμένοι

Η υποτίμηση της δραχμής, που παλαιότερα ονομαζόταν διολίσθηση, ήταν η συνταγή που ακολουθούσε η Ελλάδα για να βοηθάει την οικονομία της. Με την είσοδο στο ευρώ η συγκεκριμένη πρακτική ακυρώθηκε, καθώς το ευρώ ήταν σκληρό νόμισμα και υπερεθνικό. Η Ελλάδα μέσω του ενιαίου νομίσματος πέτυχε σταθερότητα συναλλαγματική και κυρίως της δόθηκε η δυνατότητα να μειώσει τα επιτόκια. Και τα δύο προηγούμενα ήταν εργαλεία για να αναπτυχθεί
η οικονομία και να στηθεί ισχυρή εγχώρια παραγωγική βάση. Ουδείς όμως τα εκμεταλλεύτηκε ως τέτοια. Αντίθετα υπό τη σκέπη του ευρώ η κοινωνία στράφηκε σε μια ευρεία κατανάλωση εισαγόμενων προϊόντων, καθώς είτε δεν υπήρχαν αντίστοιχα ελληνικά είτε όταν υπήρχαν ήταν ή ακριβότερα ή κατώτερα ποιοτικά.

Η μάχη εκείνη χάθηκε παρά τα 100 και πλέον δισ. ευρώ που ήρθαν στην Ελλάδα μέσα από τα διαρθρωτικά ταμεία της Κοινότητας, και τα οποία υποτίθεται ότι έπρεπε να κατευθυνθούν στις υποδομές. Σήμερα μεσούσης της κρίσεως πολλαπλασιάζονται τα σενάρια επιστροφής στη δραχμή, ως «διέξοδος» στο αδιέξοδο της κρίσης.

Ας υποθέσουμε ότι η Ελλάδα επανερχόταν στη δραχμή. Θα υπήρχαν τότε οφέλη, αλλά οι απώλειες θα ήταν πολύ μεγαλύτερες. Καταρχήν θα μπορούσε μια υποτίμηση του 30% να ευνοήσει τις ελληνικές εξαγωγές. Το ζήτημα είναι: ποια ελληνικά προϊόντα υπάρχουν προς εξαγωγή; Ακόμα και σε επιμέρους γεωργικά όπου κυριαρχούμε, η προβληματική τυποποίηση και η γενικότερη κακή οργάνωση υπονομεύουν εν τη γενέσει κάθε καλή πρόθεση.

Η επιστροφή στη δραχμή θα έδινε τη δυνατότητα να ασκηθεί εθνική νομισματική πολιτική και άρα να διαθέτουμε μεγαλύτερη άνεση χειρισμών. Παράλληλα θα σήμαινε και επαναφορά σε ένα καθεστώς μεταβαλλόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών, που θα ήταν επιρρεπείς στο παραμικρό θρόισμα του ανέμου. Αυτό όσον αφορά την προμήθεια, για παράδειγμα καυσίμων, θα ήταν εξαιρετικά κοστοβόρο ενώ θα μπορούσε εύκολα να μεταφέρει στην εγχώρια οικονομία εισαγόμενο πληθωρισμό. Επάνοδος σε καθεστώς δραχμής θα σήμαινε επίσης και μεγάλη πτώση του βιοτικού επιπέδου, η οποία θα γινόταν ξαφνικά. Βέβαια ισχυρίζονται κάποιοι ότι έτσι θα βελτιωνόταν το εξωτερικό ισοζύγιο υπέρ των εξαγωγών και σε βάρος των εισαγωγών.  Τούτο όμως δεν θα ήταν ικανό από μόνο του να τονώσει την εγχώρια παραγωγική βάση. Θα λειτουργούσε προσωρινά υπέρ κάποιων επιχειρήσεων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα μεταφερόταν σαν αντίληψη στην οικονομία, όπου έχουν κυριαρχήσει λόγω έλλειψης ανταγωνισμού τα μονοπώλια. Κατά ένα περίεργο τρόπο η εξαγωγική μας βάση (εκτός ελαχίστων περιπτώσεων) εφησύχαζε και επί δραχμής αρκούμενη σε διολισθήσεις αλλά και κατόπιν και επί ευρώ, όταν κατάλαβε ότι ήταν αποδοτικότερο να ενδώσει στον μεταπρατισμό.

Από την επαναφορά στην δραχμή ευνοούνται τα μέγιστα και όσοι διατηρούν καταθέσεις στο εξωτερικό, καθώς δραχμοποιώντας το συνάλλαγμα θα βρεθούν πλουσιότεροι σε ποσοστό ίσο με την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος.

Δ. Γ. ΠΑΠΑΔΟΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου